Θρησκεία-Μυθολογία
Τόποι αρχαίων θεάτρων και άλλες αρχαίες εγκαταστάσεις
Επίδαυρος
Η Επίδαυρος είναι ιστορική πόλη του νομού Αργολίδας στην ανατολική του πλευρά. Είναι κτισμένη στους πρόποδες των ορέων Αραχναίο, Κορυφαίο και Τίθιο, όπου, σύμφωνα με τη μυθολογία, γεννήθηκε ο Ασκληπιός όπου η λατρεία του ξεκίνησε εκεί για πρώτη φορά τον 6ο π.Χ. αιώνα. Η στρατηγική της θέση, αλλά, κυρίως, το Ασκληπιείο της, συντέλεσαν, ώστε η πόλη να γνωρίσει πρωτοφανή ανάπτυξη. Οι κάτοικοί της ασχολούνταν κυρίως με τη ναυτιλία. Ο πρώτος οικισμός της ανήκει στην προϊστορική εποχή.Βρίσκεται 12 χλμ από την κωμόπολη της Παλαιάς Επίδαυρου.Διοικητικά ανήκει στον ομώνυμο Δήμο Επιδαύρου
Ιστορία
Το όνομα Επίδαυρος της δόθηκε από τον τρίτο κατά σειρά άρχοντά της, που ήταν και ήρωας της Επιδαύρου, τον Επίδαυρο, γιο του Άργους και της Ευάδνης. Σύμφωνα με τον Όμηρο πήρε ο Επίδαυρος μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και είχε ως αρχηγούς τον Ποδαλείριο και το Μαχάονα, που ήταν γιοι του Ασκληπιού. Η Επίδαυρος πήρε μέρος στους Μηδικούς Πολέμους και υπήρξε σύμμαχος των Σπαρτιατών στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Σημειώνεται μάλιστα και ο Επιδαύριος Πόλεμος, που έγινε μεταξύ αυτών και των Αργείων συμμάχων των Αθηναίων. Γίνεται μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας το 243 π.Χ.
Ξακουστή σ' όλη την Ελλάδα την έκανε το Ασκληπιείο της, ένα από τα σπουδαιότερα της αρχαιότητας, με το ιερό του Ασκληπιού που απέχει 15 περίπου χλμ. από την πόλη. Στους ίδιους περίπου χώρους λάτρευαν και τον Απόλλωνα, υπήρχε όμως προς τιμή του ιδιαίτερο ιερό λίγο πιο ψηλά από το αρχαίο θέατρο. Από τα τέλη του ε' αιώνα και αρχές του δ', ο Ασκληπιός γίνεται ο πραγματικός κύριος της πόλης.
Ασκληπιός
Ο μύθος για τη γέννηση του Ασκληπιού στην Επίδαυρο οφείλεται στον Ησίοδο. Πριν από αυτόν πιστευόταν ότι ο Ασκληπιός ήταν γιος του Απόλλωνα και της Θεσσαλής Κορωνίδας, από την οποία ο Ερμής πήρε τον Ασκληπιό έμβρυο, ενώ αυτή επρόκειτο να καεί. Η προσπάθεια που έγινε να παρουσιαστεί ο Ασκληπιός σαν γεννημένος στην Επίδαυρο, τοποθέτησε τη γέννησή του σαν τον καρπό του ζευγαρώματος του Απόλλωνα με την Αρσινόη, κόρη του βασιλιά των Μεσσηνίων. Στην Επίδαυρο η δεύτερη αυτή εκδοχή απόχτησε πανελλήνια ακτινοβολία, εξαιτίας της φήμης του ιερού.
Ο Ασκληπιός λατρευόταν στην αρχή ως ήρωας και όχι ως θεός και η λατρεία του είχε πολλά ηρωικά στοιχεία. Αυτό αποδεικνύεται από τα παλιότερα ερείπια, όπου δεσπόζει ο λαβύρινθος, ένα υπόγειο κτίσμα, στο οποίο, για να φτάσεις στο κέντρο του, είσαι υποχρεωμένος να περάσεις από όλους τους διαδρόμους του. Ο λαβύρινθος χρησιμοποιούνταν για τις θυσίες που γίνονταν στο θεό. Αλλά ακριβώς από την κατασκευή του, συμπεραίνουμε ότι οι θυσίες αυτές ήταν μυστικές, όμοιες μ' αυτές που γίνονταν για τους νεκρούς. Άρα ο Ασκληπιός ήταν στη συνείδηση των ανθρώπων θνητός στην αρχή και όχι θεός.
Τη λατρεία του την συνοδεύει πάντα ο ιερός όφις. Το ηρωικό στοιχείο που χαρακτήριζε τη λατρεία του Ασκληπιού, με την πάροδο του χρόνου, μετατρέπεται σε θρησκεία προς τιμή του και η Επίδαυρος γεμίζει, στις αρχές του Δ' αιώνα, με μεγαλοπρεπή μνημεία. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει και ο μεγαλοπρεπής ναός μέσα στον οποίο φυλάγεται το χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού πια Ασκληπιού.
Το Ασκληπιείο
Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου έγινε το πιο φημισμένο από όλα τα ασκληπιεία της αρχαίας Ελλάδας, εξαιτίας των πολλών και σοβαρών περιπτώσεων που γιατρεύτηκαν εκεί. Σ' αυτό έφταναν από όλη την Ελλάδα, αλλά και από τη λεκάνη της Μεσογείου άρρωστοι, ικέτες της θείας ευσπλαχνίας.
Η έκτασή του ήταν πολύ μεγάλη και διάθετε ξενώνες, γυμναστήριο, στάδιο και το περίφημο, για την ακουστική του, Θέατρο, για την ψυχαγωγία των ανθρώπων.
Μεγάλη σημασία στη θεραπεία των ασθενών φαίνεται ότι είχε και το θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον, που ήταν χτισμένο. Η ηρεμία της φύσης, οι απαλές και καθαρές γραμμές των γύρω βουνών, η πλούσια βλάστηση και οι άφθονες πηγές του ασκούσαν, ιδιαίτερα στους ασθενείς από ψυχικές ασθένειες, φοβερή επίδραση με συνέπεια τη βελτίωση της υγείας μαζί με τη βοήθεια των ιερέων τους.
Ανασκαφές και κτίσματα
Ανασκαφές στην Επίδαυρο σε επιστολικό δελτάριο περί το 1909
Οι ανασκαφές της Επιδαύρου έγιναν από τον Π. Καββαδία και κράτησαν από το 1881 μέχρι το θάνατό του. Τις ανασκαφές ανέλαβε η Αρχαιολογική Εταιρεία. Σημαντικό ρόλο στην πορεία των ανασκαφών είχε η αφιλοκερδής προσφορά των κατοίκων του Λυγουριού, οι οποίοι εκτός από την εργασία που προσέφεραν, παραχώρησαν αφιλοκερδώς τα κτήματα τους που βρίσκονταν πλησίον του Αρχαιολογικού χώρου. Ο πρώτος χώρος που αντικρύζει ο επισκέπτης, άμα φτάσει στο ιερό, είναι τα προπύλαια. Τα προπύλαια, που η κατασκευή τους ανάγεται στους μυκηναϊκούς χρόνους, ήταν κτίσμα που το αποτελούσαν δυο στοές με 6 κίονες η καθεμιά. Της μιας ήταν ιωνικού και της άλλης κορινθιακού ρυθμού. Το δεύτερο κτίσμα είναι ο ναός του Ασκληπιού, που το κτίσιμό του κράτησε 5 ολόκληρα χρόνια. Είναι ναός δωρικού ρυθμού μέσα στον οποίον υπήρχε και το κατασκευασμένο από τον Πάριο καλλιτέχνη Θρασυμήδη άγαλμα του θεού. Πίσω ακριβώς από το ναό, βρίσκεται η Θόλος, που ήταν και το περιφημότερο κτίριο του ιερού. Ακολουθούν και άλλα κτίσματα, όπως το άβατο, ο οίκος των ιερέων, οι ναοί για την Άρτεμη, το ιερό του Απόλλωνα και τέλος το θέατρο.
Το θέατρο της Επιδαύρου
Σε μια χαράδρα, το 340 π.Χ., ο αργείος αρχιτέκτονας Πολύκλειτος ο Νεότερος έκτισε, σύμφωνα με τον Παυσανία, το θέατρο της Επιδαύρου. Από όλα τα αρχαία θέατρα το θέατρο της Επιδαύρου είναι το ωραιότερο και το καλύτερα διατηρημένο. Προορισμένο για τη διασκέδαση των ασθενών έχει χωρητικότητα 13.000 θεατών. Χωρίζεται σε δύο μέρη. Ένα των 21 σειρών καθισμάτων για το λαό και το κάτω, από 34 σειρές καθισμάτων, για τους ιερείς και τους άρχοντες.
Η θαυμάσια ακουστική του, αλλά και η πάρα πολύ καλή κατάσταση στην οποία διατηρείται συντέλεσαν στη δημιουργία του φεστιβάλ Επιδαύρου, θεσμός που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια. Στην Επίδαυρο έχει εμφανιστεί εκτός από τους μεγαλύτερους Έλληνες ηθοποιούς όπως ο Αλέξης Μινωτής, ο Θάνος Κωτσόπουλος,η Κατίνα Παξινού, η Άννα Συνοδινού, ο Θανάσης Βέγγος κ.ά. και η διάσημη Ελληνίδα σοπράνο Μαρία Κάλλας.
Στην Επίδαυρο έγιναν κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης και 2 εθνοσυνελεύσεις. Η πρώτη στις 20 - 12 - 1821 που διακήρυξε την ανεξαρτησία του ελληνικού έθνους και η δεύτερη τον Μάρτιο του 1826.
..........
Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου θεωρείται το τελειότερο αρχαίο ελληνικό θέατρο από άποψη ακουστικής και αισθητικής. Βρίσκεται στον χώρο του Ασκληπιείου Επιδαύρου πολύ κοντά στο χωριό Λυγουριό.
Ιστορικά στοιχεία
Στοιχείο τυπικό της θρησκείας των αρχαίων Ελλήνων, η λατρεία του Ασκληπιού πλαισιωνόταν με αθλητικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες καθώς επίσης και από παραστάσεις δράματος. Συνεπώς, οι εκδηλώσεις (μουσικοί, ωδικοί αγώνες, θεατρικές παραστάσεις) στο θέατρο αποτελούσαν αναπόσπαστο, ουσιαστικό μέρος των εορταστικών δρωμένων προς τιμήν του ιατρού θεού. Τις παραστάσεις παρακολουθούσαν οι ασθενείς και οι προσκυνητές που προσέρχονταν στο ιερό. Η αρχιτεκτονική μορφή της σκηνής του θεάτρου της Επιδαύρου δείχνει ότι αυτό προοριζόταν για την παρουσίαση δραμάτων με την συμβατική μορφή που οριστικοποιήθηκε στην Αθήνα κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. Επιπλέον, αντίθετα απ' ό,τι συνέβη σε άλλα θέατρα των κλασικών ή ελληνιστικών χρόνων, το συγκεκριμένο δεν αναμορφώθηκε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια κι έτσι διατήρησε την αυθεντική του μορφή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας. Κατά την επικρατέστερη επιστημονική άποψη κατασκευάστηκε σε δύο διακεκριμένες φάσεις. Η πρώτη τοποθετείται στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα, περί το τέλος της πρώτης περιόδου ακμής του Ασκληπιείου που συνοδεύτηκε από σημαντική οικοδομική ανάπτυξη. Η δεύτερη συμπίπτει με τα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα.
Αρχιτεκτονική
Το θέατρο είναι το καλύτερα διατηρημένο κτίσμα του Ασκληπιείου της Επιδαύρου. Σε αυτό συναντάμε την χαρακτηριστική τριμερή διάρθρωση του ελληνιστικού θεάτρου στην ιδανική της έκφανση: κοίλο, ορχήστρα, σκηνικό οικοδόμημα. Η ορχήστρα του είναι απολύτως κυκλική, με δάπεδο από πατημένο χώμα εγκιβωτισμένο σε λίθινο περιμετρικό δακτύλιο. Έχει διάμετρο 19,5 μέτρα και περιβάλλεται από ανοιχτό αποχετευτικό αγωγό για την απομάκρυνση των νερών της βροχής που ρέουν από το κοίλο. Το κοίλο του θεάτρου είναι άριστα προσαρμοσμένο στην φυσική κοιλότητα της βόρειας πλαγιάς του όρους Κυνόρτιο με κλίση περί τις 26 μοίρες. Αποτελείται από δύο μέρη που χωρίζονται από περιμετρικό διάδρομο: το κατώτερο έχει 34 σειρές εδωλίων και το ανώτερο, που κατασκευάστηκε στην δεύτερη οικοδομική φάση, 21. Στενές κλίμακες ανόδου κατατέμνουν τα δύο μέρη σε σφηνοειδείς κερκίδες. Σε κάτοψη το κοίλο υπερβαίνει το ημικύκλιο η δε χάραξή του είναι ελαφρά ελλειψοειδής. Στα δύο άκρα καταλήγει σε ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους. Η χωρητικότητά του θεάτρου ανέρχεται περίπου σε 14.000 θεατές. Το επίμηκες σκηνικό οικοδόμημα, που εφάπτονταν στην ορχήστρα κλείνοντας απ' άκρου σε άκρο το άνοιγμα του κοίλου προς βορρά, αναπτυσσόταν σε δύο μέρη. Εμπρός βρισκόταν το υπερυψωμένο προσκήνιο με όψη ιωνικού ρυθμού και προέχοντα άκρα. Πίσω ορθωνόταν το διώροφο κτίριο της σκηνής. Η όψη του δεύτερου ορόφου αρθρωνόταν σε μεγάλα ανοίγματα για την υποδοχή ζωγραφιστών πινάκων (σκηνικών). Δύο ράμπες οδηγούσαν εκατέρωθεν στο επίπεδο του προσκηνίου. Πυλώνες ιωνικού ρυθμού, με δύο θύρες συνέδεαν αρχιτεκτονικά την σκηνή με τα αναλήμματα του κοίλου. Η άριστη ακουστική του Θεάτρου της Επιδαύρου, που ασφαλώς θα ενισχυόταν από τον ανακλαστήρα του αρχικού σκηνικού οικοδομήματος, οφείλεται στην τέλεια γεωμετρία του σχεδιασμού.
Ο Παυσανίας επισκέφθηκε το Θέατρο της Επιδαύρου γύρω στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ., δηλαδή τουλάχιστον τέσσερις αιώνες μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης κατασκευαστικής του φάσης, και εκφράζει απερίφραστο θαυμασμό για την ομορφιά και την αρμονία του. Ως αρχιτέκτονα του διάσημου θεάτρου κατονομάζει τον Πολύκλειτο, στον οποίο πιστώνει και την κυκλική Θυμέλη (Θόλο). Παραμένει αδιευκρίνιστο αν ο αρχαίος περιηγητής ταυτίζει τον αρχιτέκτονα των οικοδομημάτων με τον ομώνυμο, κορυφαίο Αργείο γλύπτη του 5ου αιώνα π.Χ. και πάντως η αναφορά του παραμένει επιστημονικά ανεπιβεβαίωτη.
Η σημερινή μορφή του θεάτρου της Επιδαύρου είναι αποτέλεσμα διαδοχικών αναστηλωτικών επεμβάσεων.
Θέατρο Δωδώνης
Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης στην Ήπειρο είναι από τα μεγαλύτερα και καλύτερα σωζόμενα αρχαία ελληνικά θέατρα. Η χωρητικότητα του θεάτρου είναι 18.000 θεατές.
Το θέατρο της Δωδώνης αποτελούσε τμήμα του πανελλήνιου ιερού της Δωδώνης και κατασκευάστηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. από τον βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο (297-272 π.Χ.) που θέλησε με αρχιτεκτονικά μνημεία και οικοδομήματα να στολίσει τις περιοχές του βασιλείου του. Την ίδια εποχή κατασκευάστηκε και το μικρό θέατρο της αρχαίας Αμβρακίας.
Το κοίλο του θέατρου της Δωδώνης τοποθετήθηκε στους πρόποδες του όρους Τόμαρος σε φυσική κοιλότητα ώστε να εκμεταλευτεί το επικλινές έδαφος, πράγμα που ήταν η συνηθισμένη πρακτική στην κατασκευή των αρχαίων ελληνικών θεάτρων. Η ορχήστα του θεάτρου δεν είναι ολοκληρωμένος κύκλος και έχει μεγαλύτερη διάμετρο 18,70.
Το θέατρο έπαθε απανωτές καταστροφές, ανοικοδομήσεις και διαμορφώσεις στους αιώνες που ακολούθησαν την παρακμή του βασιλείου της Ηπείρου και στα χρόνια της ρωμαικής κατάκτησης χρησιμοποιήθηκε ως αρένα. Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. έπαψε να λειτουργεί. Οι πρώτες ανασκαφές και αναστηλώσεις στον αρχαιολογικό χώρο της Δωδώνης άρχισαν το 1875 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Το θέατρο της Δωδώνης στις μέρες φιλοξενεί κάποιες παραστάσεις τους καλοκαιρινούς μήνες.Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης βρίσκεται σε απόσταση 22 χιλιομέτρων από τα Γιάννενα.
Οι θεατρικοί μύθοι
ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ
Πριν από την γέννηση του Οιδίποδα ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος, αποφάσισε να μάθει το πεπρωμένο του σχετικά με την απόκτηση διαδόχου, επειδή η γυναίκα του, η Ιοκάστη ή Επικάστη, δεν είχε κυοφορήσει ποτέ, παρά τις πολύχρονες προσπάθειες. Ο λοξίαςΑπόλλωνας του διεμήνυσε, μέσω της Πυθίας, πως θα αποκτούσε γιο και πως αυτός μάλιστα θα τον σκότωνε.
Πρέπει να ειπωθεί πως ήταν από τους σπάνιους χρησμούς που ήταν τόσο ξεκάθαροι ως προς το περιεχόμενό τους. Επίσης πρέπει να επισημανθεί πως ο Λάιος είχε προκαλέσει την μήνι των Θεών για την σχέση που σύναψε με άλλον άντρα, τον γιο του Πέλοπα, βασιλιά τηςΗλείας, τον Χρύσιππο. Η αυτοκτονία του Χρυσίππου στη Θήβα, όπου τον είχε απαγάγει ο Λάιος, προκάλεσε το μένος του Πέλοπα, ο οποίος καταράστηκε τον βασιλιά της Θήβας να μην αποκτήσει γιο και αν κάνει να πεθάνει από το χέρι του. Οι Θεοί συμφώνησαν, κατά άλλους η Ήρα, αφού η ενέργειά του αποτέλεσε ύβρη προς τους Νόμους.
Ο Λάιος, έχοντας γνώση το χρησμοδότημα, μετά την γέννηση του πρωτότοκου, έδεσε τον Οιδίποδα από τα πόδια (εξ ου και το όνομα Οιδίπους (οίδημα(=πρήξιμο) + πους(=πόδι)) και τον έδωσε σ΄έναν δούλο, τον οποίο διέταξε να τον αφήσει έκθετο στον Κιθαιρώνα. Με αυτόν τον τρόπο εναπόθετε την τύχη του βρέφους στα χέρια των Θεών ή της Τύχης, όπως αναφωνεί στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή, ο ίδιος ο ήρωας. Ένας βοσκός όμως βρήκε το παιδί και το παρέδωσε στην γυναίκα του βασιλιά της Κορίνθου, Πόλυβου, τηνΜερόπη ή Περίβοια. Αυτοί μην έχοντας παιδιά, τον δέχτηκαν σαν «θείο δώρο». Έτσι ο Οιδίποδας ζει και μεγαλώνει στα παλάτια της Κορίνθου, στην πόλη Τενέα, ως γνήσιος και νόμιμος κληρονόμος του θρόνου.
Μια μέρα όμως κάποιος τον απεκάλεσε «νόθο». Θέλοντας να μάθει το αληθές του λόγου, επειδή επικράτησε «σιγή ιχθύος» στο παλάτι για το θέμα, αποφασίζει να πάει στην Πυθία. Εκεί η ιέρεια του Απόλλωνα, με ξεκάθαρο χρησμό τον διώχνει από τον ιερό χώρο της επειδή θα φανεί ομόκλινος του πατρός και πατροκτόνος, αιμομίκτης και σύζυγος της μητέρας του, καθώς και ότι αυτός και τα παιδιά του θα είναι αιτία πολλών κακών. Ήταν τέτοια η ένταση του γεγονότος, ώστε ο Οιδίποδας, ξεχνώντας τους λόγους προσέλευσής του στην Πυθία, αποφασίζει να μην γυρίσει στην θεωρούμενη κατ' αυτόν πατρίδα του, την Κόρινθο για να μην προκαλέσει δεινά στους πραγματικά θετούς του γονείς.
Κατά την περιπλάνησή του στον ελλαδικό χώρο,κατευθύνθηκε προς την Θήβα. Σ΄ένα σταυροδρόμι της, το τρίστρατο με το όνομα «Σχιστή οδός», συναντά μια άμαξα και ύστερα από μια έντονη λογομαχία σκοτώνει τον κάτοχο της άμαξας και τους συνοδούς - δούλους του, εκτός από έναν. Όπως αποδεικνύεται αργότερα, με μαρτυρία του δούλου που σώθηκε, ο Οιδίποδας σκότωσε τον πατέρα του Λάιο, ο οποίος κατευθυνόταν προς την Πυθία για να μάθει τι απέγινε το παιδί του.
Ο Οιδίποδας πλησιάζοντας στην Θήβα συνάντησε τη Σφίγγα. Η Σφίγγα σκότωνε κάθε διαβάτη που την συναντούσε, επειδή δεν απαντούσε στο γρίφο της. Ρωτώντας τον Οιδίποδα «Ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία», έλαβε ως απάντηση «Ο Άνθρωπος είναι εκείνο τον ον, που το ξημέρωμα της ζωής του κινείται στα τέσσερα, το βράδυ της ζωής του στα τρία, με την βοήθεια του μπαστουνιού, ενώ στο μεσοδιάστημα (μεσημέρι) της ζωής κινείται με σιγουριά στα δυο». Μετά την λύση του γρίφου η Σφίγγα έπεσε στον γκρεμό και σκοτώθηκε (ή κατά άλλους ο Οιδίποδας της επιτέθηκε όταν ήταν ξαφνιασμένη από τη λύση του γρίφου και τη σκότωσε). Ο Οιδίποδας αναγορεύτηκε βασιλιάς της Θήβας, από τον προσωρινό βασιλιά της πόλης Κρέοντα, και σύζυγος της Ιοκάστης (αδελφή του Κρέοντα), χήρας του Λάιου και μητέρας του Οιδίποδα.
Με την Ιοκάστη απέκτησε τέσσερα παιδιά, τους Πολυνείκη και Ετεοκλή και τις Αντιγόνη και Ισμήνη, που ήταν παράλληλα και αδέλφια του. Έτσι ολοκληρώθηκε το περιεχόμενο του χρησμού που έδωσε η Πυθία στον Λάιο πρώτα και στον Οιδίποδα αργότερα. Υπάρχει άλλη μαρτυρία, κατά την οποία η Ιοκάστη έμαθε πως παντρεύτηκε τον γιο της και αυτοκτόνησε. Ο Οιδίποδας ξαναπαντρεύτηκε και με την νέα σύζυγό του, την Ευρυγανεία, απέκτησε τα τέσσερα παιδιά.
Εξαιτίας του λιμού που μάστιζε την Θήβα, για εφτά χρόνια (όσα και τα χρόνια εξουσίας του Οιδίποδα), χρησμός από τον μάντη Τειρεσία, υπέδειξε πως η αιτία του κακού είναι ο φονιάς του Λάιου.
Στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» εκτυλίσσεται η αποκάλυψη του φονιά, που είχε ως αποτέλεσμα την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα και την αυτοκτονία της Ιοκάστης (κρεμάστηκε). Στην τραγωδία του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολωνώ», μαθαίνουμε πως ο Οιδίποδας, για άλλη μια φορά, περιπλανήθηκε στον ελλαδικό χώρο, με συνοδό την κόρη του Ισμήνη ή, κατά άλλους, την Αντιγόνη. Κατέληξε στην Αθήνα, όπου ο βασιλιάς της, ο Θησέας, τον δέχτηκε και μεσολάβησε για την συμφιλίωσή του με τους Θεούς και τον λυτρωτικό του θάνατο. Στην τραγωδία «Επτά επί Θήβας», του Αισχύλου, μαθαίνουμε για την τύχη του Πολυνείκη, του Ετεοκλή και του Κρέοντα. Ενώ, τέλος, στην τραγωδία «Αντιγόνη», την κορωνίδα των τραγωδιών, μαθαίνουμε για την τύχη της ομώνυμης ηρωίδας.
Ο μύθος του Οιδίποδα εντάσσεται στα πλαίσια του «Θηβαϊκού Κύκλου».
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ο πρόλογος της τραγωδίας τοποθετείται χρονικά στο ξημέρωμα της ημέρας που ακολούθησε τη λύση της πολιορκίας. Ο Κρέοντας έχει ήδη δώσει την εντολή να μην ταφεί ο Πολυνείκης, ως προδότης, με την απειλή αυστηρής τιμωρίας σε όποιον παραβεί τη διαταγή. Ο χώρος είναι το εξωτερικό του ανακτόρου και τα πρόσωπα που εμφανίζονται είναι η Αντιγόνη και η αδερφή της, Ισμήνη. Η Αντιγόνη ανακοινώνει την απόφασή της να θάψει τον Πολυνείκη, αφού σύμφωνα με τους θεϊκούς νόμους(άγραφους νόμους) κανένα πτώμα δεν πρέπει να μένει άταφο, χωρίς νεκρικές τιμές, και ακόμα και για τους προδότες προβλεπόταν ταφή έξω από τα τείχη της πόλης. Η Ισμήνη αρνείται να συνεργαστεί, αφού φοβάται τη δύναμη του Κρέοντα, αλλά δεν καταφέρνει να αλλάξει τη γνώμη της Αντιγόνης.
Μετά τη φορτισμένη συνομιλία τους τελειώνει ο πρόλογος και η ακολουθεί η πάροδος του Χορού, που αποτελείται από γέροντες της Θήβας. Η πάροδος δημιουργεί έντονη αντίθεση, αφού εξυμνεί με θριαμβευτικό τόνο τη νίκη εναντίον των εχθρών. Το κλίμα ευφροσύνης συνεχίζεται και στο πρώτο επεισόδιο, που παρουσιάζει τον Κρέοντα να ανακοινώνει την απόφασή του για τη μεταχείριση του Πολυνείκη και να εκθέτει τις αρχές της διακυβέρνησής του. Στην επόμενη σκηνή μπαίνει ξαφνικά ένας από τους φύλακες του πτώματος για να ανακοινώσει ότι κάποιος έκανε συμβολική ταφή, καλύπτοντας το νεκρό με χώμα. Η εμφάνιση του φύλακα επιβραδύνει την εξέλιξη, αφού αυτός αρχικά φλυαρεί για την απροθυμία του να εκτελέσει το έργο της μεταφοράς μιας δυσάρεστης πληροφορίας, την οποία καθυστερεί να ανακοινώσει. Ο Κρέοντας διατάζει το φύλακα να βρει τον παραβάτη και το επεισόδιο κλείνει με ένα χορικό που εξυμνεί την απεριόριστη δύναμη του ανθρώπου αλλά επισημαίνει την αδυναμία του απέναντι στις θεϊκές δυνάμεις και τους άγραφους νόμους.
Στο δεύτερο επεισόδιο, ο φύλακας επανέρχεται οδηγώντας στη σκηνή και την Αντιγόνη, που συνελήφθη όταν επιχείρησε δεύτερη ταφή. Ακολουθεί έντονη αντιπαράθεση μεταξύ Αντιγόνης και Κρέοντα και στη συνέχεια έρχεται στη σκηνή και η Ισμήνη, που κατηγορείται από το βασιλιά για συνεργασία. Αν και δεν είχε αναμιχθεί στην ταφή, αποδέχεται τις κατηγορίες και ο Κρέοντας αποφασίζει να τιμωρήσει και τις δύο. Στο δεύτερο στάσιμο ο Χορός θρηνεί τη μοίρα της οικογένειας των Λαβδακιδών, που οι κατάρες της πλήττουν τώρα τα νεότερα μέλη της.
Στο τρίτο επεισόδιο εμφανίζεται ο Αίμονας, γιος του Κρέοντα και αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, που συγκρούεται με τον πατέρα του για το θέμα της ταφής και την τιμωρία της Αντιγόνης. Αδυνατώντας να μεταπείσει τον Κρέοντα, φεύγει από τη σκηνή αφήνοντας την απειλή ότι θα αυτοκτονήσει. Η μόνη παραχώρηση που κάνει ο Κρέοντας είναι να αθωώσει την Ισμήνη και να μην θανατώσει την Αντιγόνη, αλλά να την φυλακίσει ώστε να αποφύγει το μίασμα. Στο τρίτο στάσιμο ο χορός εξυμνεί την παντοδυναμία του έρωτα μέσα στη τραγικότητα της σύγκρουσης του εθιμικού δικαίου με τον νόμο. Το τέταρτο επεισόδιο περιλαμβάνει το θρήνο της Αντιγόνης καθώς οδηγείται στη φυλακή και ένα διάλογό της με τον Κρέοντα, ενώ ο χορός στο στάσιμο αναφέρεται σε άλλα μυθικά ή ιστορικά πρόσωπα που είχαν ανάλογη μοίρα. Στο πέμπτο επεισόδιο ο μάντης Τειρεσίας προειδοποιεί τον Κρέοντα ότι οι θεοί είναι οργισμένοι για την ασέβεια απέναντι στο νεκρό και δεν αποδέχονται τις θυσίες. Ο Κρέων τον κατηγορεί για χρηματισμό και του φέρεται με ασέβεια, αναγκάζοντάς τον να αποχωρήσει, αλλά ταράζεται από τις ειδήσεις και εύκολα πείθεται από το Χορό να αναιρέσει και τις δύο εντολές του. Στο πέμπτο στάσιμο ο χορός ανακουφισμένος από την τροπή των πραγμάτων απευθύνει εορταστικό ύμνο προς τονΒάκχο. Αυτή η εισαγωγή μιας χαρμόσυνης ανάπαυλας πριν από την τελική δυσάρεστη ανατροπή ονομάζεται τραγική παρέκτασις και εμφανίζεται και στον Αίαντα.
Αμέσως μετά, ένας αγγελιοφόρος ανακοινώνει στο χορό και την Ευρυδίκη, σύζυγο του Κρέοντα, ότι ο Αίμονας, χωρίς να γνωρίζει ότι ο Κρέοντας αναίρεσε τις διαταγές του, πήγε στην φυλακή της Αντιγόνης και τη βρήκε απαγχονισμένη. Τότε έφτασε εκεί ο Κρέοντας για να την αποφυλακίσει, ο Αίμονας του επιτέθηκε, αστόχησε και απελπισμένος αυτοκτόνησε. Η Ευρυδίκη φεύγει από τη σκηνή και το επεισόδιο ολοκληρώνεται με ένα θρηνητικό τραγούδι, που διακόπτεται από την είδηση ότι και η Ευρυδίκη αυτοκτόνησε.
ΕΛΕΝΗ
Η τραγωδία αρχίζει με την Ελένη ικέτιδα στο μνήμα του Πρωτέα να εξιστορεί τα δεινά της και να προσπαθεί να αποφύγει το Θεοκλύμενο που την πιέζει να τον παντρευτεί. Εκεί την συναντά ο Τεύκρος, αδελφός του Αίαντα του Τελαμώνιου, ο οποίος στο ταξίδι για την Κύπρο περνά από την Αίγυπτο για να πάρει χρησμό από τη κόρη του Πρωτέα, Θεονόη που είχε προφητικές ικανότητες. Ο Τεύκρος λοιπόν δίνει πληροφορίες στην Ελένη σχετικά με την οικογένειά της και το Μενέλαο. Της λέει μάλιστα ότι πληθαίνουν οι φήμες ότι ο άνδρας έχει πεθάνει, έτσι εξανεμίζεται και η τελευταία ελπίδα της για να επιστρέψει ζωντανή με το Μενέλαο στην Σπάρτη. Έτσι η ηρωίδα με τις Σπαρτιάτισσες γυναίκες που αποτελούν το Χορό θρηνεί για την τύχη της. Σ' αυτό το σημείο εμφανίζεται ρακένδυτος και ναυαγός ο Μενέλαος, ο οποίος διεκτραγωδεί τη συμφορά του μετά την άλωση της Τροίας. Αφού απαριθμεί τα δεινά του, που είναι ταυτόχρονα δεινά αιώνια που προκαλεί ο πόλεμος, αποκαλύπτει ότι τη γυναίκα του την έκρυψε στο βάθος μια σπηλιάς μαζί με άλλους ναυαγούς. Μη γνωρίζοντας πού βρίσκεται, πλησιάζει το παλάτι ζητώντας τρόφιμα και βοήθεια. Η γριά θυρωρός που τον υποδέχεται τον προτρέπει να φύγει το γρηγορότερο, καθώς ο Θεοκλύμενος έχει βγάλει εντολή ότι θα σκοτώνεται όποιος Έλληνας φτάσει τη χώρα του, του εξηγεί ότι μισεί τους Έλληνες εξαιτίας της Ελένης. Φυσικά ταράζεται στο άκουσμα του ονόματος της Ελένης και προβληματίζεται για την σχέση αυτής της γυναίκας που είναι στην Αίγυπτο και της «δικής» του που είναι κρυμμένη στην σπηλιά. Οι γυναίκες του Χορού αναγγέλλουν χαρμόσυνα ότι ο Μενέλαος ζει και ότι μάλιστα βρίσκεται ναυαγός στις όχθες του Νείλου. Στη συνέχεια έχουμε την πρώτη συνάντηση του ζευγαριού, όπου η Ελένη τρομάζει στην παρουσία του «άγνωστου» άνδρα και σπεύδει να κρυφτεί στο μνήμα του Πρωτέα. Ο Μενέλαος διαπιστώνει την ομοιότητα αυτής της γυναίκας με της Ελένης στην σπηλιά και σαστίζει. Η στιχομυθία που ακολουθεί θα οδηγήσει στην αναγνώριση του Μενέλαου από την Ελένη, η οποία προσπαθεί να τον πείσει ότι αυτή είναι η πραγματική του γυναίκα και ότι αυτό μαζί του έχει απλώς το είδωλο που δημιούργησε η Ήρα. Η δυσπιστία του Μενέλαου διαλύεται όταν ένας πιστός του σύντροφος και φύλακας της Ελένης στη σπηλιά (ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ),έρχεται να αναγγείλει την εξαφάνιση της γυναίκας που είχαν εντολή να φυλάνε. Χάθηκε στον ουρανό οικτίροντας Έλληνες και Τρώες που πολεμούσαν τόσα χρόνια για κάτι το άυλο, «για ένα πουκάμισο αδειανό, για μια Ελένη». Έτσι έχουμε την αναγνώριση της Ελένης από το Μενέλαο. Οι δύο σύζυγοι εκφράζουν τη χαρά και την ανακούφιση τους για τη συνάντησή τους. Η Ελένη εξηγεί στη συνέχεια ότι ο μόνος τρόπος για φύγουν ζωντανοί από την Αίγυπτο είναι να παρακαλέσουν τη Θεονόη να κρατήσει μυστικό τον ερχομό του Μενέλαο, γιατί διαφορετικά κινδυνεύει από το Θεοκλύμενο. Αφού πέσει η Ελένη στα πόδια της ως ικέτις και εξασφαλίσουν τη σιωπή της Θεονόης καταστρώνουν το σχέδιο της διαφυγής τους. Η Ελένη ζητεί από το Θεοκλύμενο να της παράσχει ένα καράβι για να ανοιχτεί στο πέλαγος, ώστε να αποδώσει, ως όφειλε βάσει των εθίμων, τις νεκρικές τιμές στο νεκρό της άνδρα. Έτσι καταφέρνουν να δραπετεύσουν οι δύο σύζυγοι. Όταν βέβαια το μαθαίνει ο Θεοκλύμενος είναι έτοιμος να σκοτώσει τη Θεονόη, εμφανίζονται όμως οι Διόσκουροι, οι αδελφοί της Ελένης, και ως «από μηχανής θεός» τον μεταπείθουν και το δράμα κλείνει ειρηνικά.
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ
Η θυσία της Ιφιγένειας
Ο Αγαμέμνονας είχε προκαλέσει την οργή της θεάς Αρτέμιδας σκοτώνοντας το ιερό ελάφι της, με αποτέλεσμα η θεά να προκαλέσει άπνοια και να μη μπορεί να αποπλεύσει ο στόλος των Αχαιών από την Αυλίδα για την Τροία. Ρώτησαν τον μάντη Κάλχα τι έπρεπε να κάνουν κι εκείνος απάντησε ότι η οργή της θεάς θα έφευγε μόνο αν ο Αγαμέμνων θυσίαζε τη θυγατέρα του, την Ιφιγένεια, η οποία τότε βρισκόταν στις Μυκήνες. Αρχικώς ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να το πράξει, αλλά πιέσθηκε από τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, καθώς και οι μήνες περνούσαν, και κάλεσε την κόρη του με την πρόφαση ότι θα την αρραβώνιαζε με τον Αχιλλέα. Η Ιφιγένεια ήρθε στην Αυλίδα και τότε ο Αγαμέμνονας την παρέδωσε στον Κάλχα για να τη θυσιάσει στην Άρτεμι. Η Κλυταιμνήστρα δεν μπόρεσε ποτέ να του συγχωρήσει το γεγονός ότι θυσίασε το ίδιο τους το παιδί για την εκστρατεία «του» και προέβαλε αυτό το τραγικό γεγονός ως δικαιολογία για το φόνο του άντρα της.
Την τελευταία όμως στιγμή η θεά λυπήθηκε την Ιφιγένεια, την άρπαξε από τον βωμό της θυσίας και έβαλε στη θέση της ένα ελάφι. Μετά οδήγησε την κόρη στην Ταυρίδα, όπου την έκανε ιέρειά της. Αυτή είναι η γνωστότερη μορφή του μύθου. Σε άλλες παραλλαγές αναφέρεται αντί της Αυλίδας η Βραυρώνα της Αττικής ως τόπος της θυσίας. Εκεί η θεά αντικατέστησε την Ιφιγένεια με αρκούδα, αλλά και η ίδια η κόρη τη στιγμή της θυσίας μεταμορφώθηκε σε ταύρο ή δαμάλι ή αρκούδα ή γριά και με αυτή τη μορφή εξαφανίσθηκε. Η εξαφάνισή της δικαιολογείται από το ότι οι παριστάμενοι έστρεψαν αλλού το βλέμμα τους για να μη δουν ένα τόσο μεγάλο έγκλημα. Ακόμα, υπάρχει η εκδοχή πως η θυσία έμεινε στη μέση όταν ξαφνικά εμφανίσθηκε ένας ταύρος ή δαμάλι ή ελάφι ή γριά. Τότε ο ιερέας, ερμηνεύοντας αυτό τον οιωνό, είπε ότι η θυσία δεν ήταν αναγκαία και ότι οι θεοί δεν συμφωνούσαν. Κι έτσι η Ιφιγένεια σώθηκε.
Η Ιφιγένεια στην Ταυρίδα
Στην Ταυρίδα η Ιφιγένεια έμεινε πολύ καιρό ως ιέρεια της Αρτέμιδας. Είχε ως αποστολή να θυσιάζει όποιο ξένο έφθανε στη χώρα. Κάποια μέρα όμως αναγνώρισε στο πρόσωπο δύο ξένων που τους έφεραν για θυσία τον ίδιο τον αδελφό της, τον Ορέστη, και τον φίλο του, τον Πυλάδη. Οι δύο φίλοι είχαν πάει στην Ταυρίδα μετά από χρησμό του Μαντείου των Δελφών για να αρπάξουν το ξόανο της Αρτέμιδας. Αυτή ήταν η απαίτηση των θεών για να εξαγνισθεί ο Ορέστης από τον φόνο της μητέρας τους Κλυταιμνήστρας. Η Ιφιγένεια τότε εγκατέλειψε το αξίωμά της, τους παρέδωσε το ιερό ξόανο και δραπέτευσε μαζί τους στην Ελλάδα. Ο Σοφοκλής, στη χαμένη τραγωδία του «Χρύσης», περιελάμβανε κάποιο επεισόδιο σχετικό με την επιστροφή των φυγάδων: Η Ιφιγένεια και οι δύο φίλοι έφθασαν στην πόλη Σμίνθιο, όπου ιερέας του Απόλλωνα ήταν ο Χρύσης, γνωστός από την Ιλιάδα. Ο Χρύσης είχε μαζί του τον γιο της κόρης του, της Χρυσηίδας, και του Αγαμέμνονα. Το παιδί αυτό λεγόταν επίσης Χρύσης. Μόλις έφθασαν οι φυγάδες καταδιωκόμενοι από τον βασιλιά της Ταυρίδας Θόαντα, ο νεαρός Χρύσης τους συνέλαβε και ετοιμαζόταν να τους παραδώσει στον Θόαντα. Ο παππούς του τότε του απεκάλυψε ότι ήταν γιος του Αγαμέμνονα και συνεπώς ετεροθαλής αδελφός των δύο από τους τρεις συλληφθέντες. Κατόπιν αυτού ο νεαρός Χρύσης σκότωσε τον Θόαντα και ακολούθησε τα αδέλφια του στις Μυκήνες. Μία παράδοση πάντως εμφανίζει την Ιφιγένεια ως κόρη της Χρυσηίδας και όχι της Κλυταιμνήστρας, και άλλη ως κόρη του Θησέως και της Ελένης.
Ο θάνατος της Ιφιγένειας
Αναφέρεται ότι η Ιφιγένεια πέθανε στα Μέγαρα, όπου υπήρχε και ιερό της, ενώ από άλλους ότι η Άρτεμις την κατέστησε αθάνατη. Με αυτό τον τρόπο η Ιφιγένεια ταυτίζεται με τηνΕκάτη. Κατά μία παράδοση, είχε παντρευτεί τον Αχιλλέα. Φαίνεται ότι η λαϊκή φαντασία θέλησε να αποκαταστήσει κοντά του την Ιφιγένεια, οπότε μετά τον θάνατό τους οι δυο τους βρέθηκαν παντρεμένοι στη Λευκή Νήσο.
Χαρακτήρες ηρώων
-
"Η Ισμήνη"
Η Ισμήνη αποτελεί τον αντιπροσωπευτικό τύπο της γυναίκας, την αδελφή της Αντιγόνης, που μπορεί να της μιλήσει με ειλικρίνεια, αφού εκείνη έχει την ίδια υποχρέωση στον άταφο αδελφό τους. Η Ισμήνη ικετεύει για ήσυχη ζωή, ύστερα από την τρομερή δυστυχία της οικογένειάς τους, και δεν θέλει να ριψοκινδυνεύσει καθόλου. Έχει ως επιχείρημα πως η γυναίκα δεν μπορεί να τα βάλει με τους άντρες, και πρέπει να υποχωρεί στους πιο δυνατούς. Φαίνεται πως μιλάει με το κύρος της καθιερωμένης ηθικής και υπενθυμίζει ό,τι συνέβη σε γυναίκες που φιλοδόξησαν κάτι παραπάνω από τη φύση τους. [...] Μέσω της Ισμήνης η Αντιγόνη είναι ύπαρξη αλαζονική και παράτολμη, ώσπου βλέπουμε πως η Ισμήνη η ίδια δεν υποστηρίζει μια αληθινά μετριοπαθή στάση και πως η Αντιγόνη δεν είναι ένοχη για υπεροψία. Η Ισμήνη δεν παρακινείται από αρχές, αλλά από δειλία. Δεν τολμάει να ενωθεί με την Αντιγόνη σ' ένα τόσο μεγάλο κίνδυνο. [...] Στην πρώτη σκηνή με την Ισμήνη η Αντιγόνη δεν τρέφει καμιά συμπάθεια για την αδελφή της, εφόσον διαπιστώνει πως δεν θα βοηθήσει να θάψουν τον αδελφό τους. Δεν ξέρει από συμβιβασμούς, δεν δέχεται καμιά δικαιολογία. Επειδή η Ισμήνη δεν θα τη βοηθήσει, είναι εχθρές. Αποκρούει η Αντιγόνη τον ειλικρινή φόβο της Ισμήνης για εκείνην με μια σύντομη προτροπή να κοιτάξει τον εαυτό της. Όταν η Ισμήνη επιμένει στην ανάγκη για μυστικότητα, η Αντιγόνη της λέει να διαδώσει το νέο παντού. Η αντίληψή της για το καθήκον φαίνεται πως έχει αποξηράνει μέσα της όλα τ' ανθρώπινα συναισθήματα, εκτός από την αγάπη για τον αδελφό της. Εντούτοις, αυτή η σκληρότητα είναι χτισμένη πάνω σε μια γνήσια τρυφερότητα, ακόμη και για την Ισμήνη. Με τις πρώτες λέξεις του δράματος, όταν η Αντιγόνη απευθύνεται στην αδελφή της, βλέπουμε ποια είναι τα κανονικά συναισθήματά της.
-
"Ο Κρέων"
Ο Σοφοκλής, αφού μας άφησε ν' ακούσουμε από την Αντιγόνη πως ο Κρέων απαγόρευσε την ταφή του Πολυνείκη, είναι πια ελεύθερος να τον παρουσιάσει σ' ένα φως αμφίβολο, για να τον κάνει πειστικό και να προσδώσει σ' αυτόν τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας ευγενικής καταγωγής. Όταν εμφανίζεται για πρώτη φορά, φαίνεται πως είναι ο "καλός" Κρέων. Αρχίζει με μια σειρά από αποφθέγματα γενικού κύρους σχετικά με τον ίδιο και τη θέση του, σχετικά με τον τρόπο διακυβέρνησης και τον πατριωτισμό, τα οποία, αν απομονωθούν, είναι πολύ αθώα και εκφράζουν ό,τι γενικά είναι αποδεκτό για τους δημόσιους άνδρες. Όταν ο Κρέων φτάνει στο σημείο να πει για την πόλη του "αυτή 'ναι που μας σώζει κι αν ολόρθη στέκει / κάνουμε στο ταξίδι μας τους γνήσιους φίλους" (189-190), τα λόγια του απηχούν τις ιδέες του Περικλή, έχουν κάποια ομοιότητα με το περήφανο ύφος του Επιταφίου Λόγου: "Έχω δηλαδή τη γνώμη πως, όταν η πόλη ευτυχεί στο σύνολό της, ωφελεί ξεχωριστά κάθε πολίτη περισσότερο απ' ό,τι, όταν στο σύνολό της δυστυχεί και ο κάθε πολίτης ζει ευτυχισμένος". Οι λεκτικές ομοιότητες ανάμεσα σε αυτό και τα λόγια του Κρέοντα μπορεί να είναι συμπτωματικές και δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να υποθέσουμε πως είτε ο Περικλής είτε ο Σοφοκλής αντιγράψανε ο ένας τον άλλο. Τέτοιες ιδέες υπήρχαν στην ατμόσφαιρα και συναντούσαν κοινή επιδοκιμασία. Η ομοιότητα απλώς δείχνει πως τα αποφθέγματα του Κρέοντα είναι καθαυτά άψογα. Είναι οι γεμάτες νομιμοφροσύνη κοινοτοπίες ενός πατριώτη, και σαν τέτοιες πρέπει να γίνουν δεκτές. Βοηθούν στο να δημιουργήσουν καλή εντύπωση γι' αυτόν στην πρώτη του εμφάνιση.